Μετά τον βανδαλισμό των έργων τέχνης από τον βουλευτή της Νίκης, η Εθνική Πινακοθήκη καταθέτει αγωγή κατά του δράστη για 500.000€. Έτσι, έρχεται η ώρα να θυμηθούμε άλλη μια υπόθεση που δίχασε την κοινωνία μας. Ωστόσο, θα τη θυμηθούμε λίγο αλλιώς: ούτε από την πλευρά της προστασίας της ελευθερίας της Τέχνης αλλά ούτε και της προστασίας της Χριστιανικής πίστης. Θα δούμε πώς και οι δύο πλευρές είναι ανειλικρινείς και η πώς η ελευθερία της Τέχνης (αλλά και της έκφρασης γενικότερα) γίνονται σημαντικές κυρίως όταν δεν ψέγουν τη δική μας ιδεολογία αλλά αυτή «των άλλων».

Ας ξεκαθαρίσουμε ποιες ήταν, εν πολλοίς, οι δύο πλευρές στη διαμάχη: από τη μία, οι υποστηρικτές της κίνησης του βουλευτή, συντηρητικοί και θρησκευόμενοι άνθρωποι. Από την άλλη, προοδευτικοί και αγανακτισμένοι από την τόσο προβεβλημένη θέση της Εκκλησίας στα εγχώρια πράγματα.

Γενικότερα, οι μεν μιλούσανε για βεβήλωση των Θείων και προσβολή της Χριστιανοσύνης, ενώ οι δε μιλούσαν για σκοταδισμό και λογοκρισία της Τέχνης. Υπάρχουν σοβαρά επιχειρήματα από αμφότερες τις πλευρές. Αλλά την τέχνη δεν την καταστρέφεις. Όσο και να διαφωνείς, όσο και να σε προσβάλλει. Ίσως, ειδικά αν σε προσβάλλει. Γιατί, για να μπορεί ένας πίνακας να δημιουργήσει τόσα πολλά συναισθήματα, κάτι δείχνει περισσότερο για το κοινό παρά για το έργο το ίδιο. Προφανώς, πολλά έργα έχουν αυτοσκοπό το να δημιουργήσουν αντιδράσεις (όπως, ας είμαστε ειλικρινείς, είχε και το συγκεκριμένο) αλλά παρά την προβοκατόρικη τους φύση τέτοια έργα δίνουν ένα παράθυρο στην ψυχή της κοινωνίας και στο τι τελικά την κάνει να αντιδρά.

Σε αυτή την αντίδραση θα επικεντρωθούμε: διότι αυτή η διαμάχη είναι κατ’ επίφαση. Είναι ψεύτικη διότι οι ρόλοι θα μπορούσαν άνετα να αντιστραφούν· όσο και αν οι μεν και οι δε το αρνούνται. Υπάρχουν βεβηλώσεις που η προοδευτική πλευρά επίσης δεν θα δεχόταν. Αυτό δεν είναι ένα θεωρητικό σενάριο αλλά η πραγματικότητα της κουλτούρας ακύρωσης (cancel culture) η οποία κυριαρχεί στους κύκλους αυτούς και είναι μια μορφή σίγασης παρόμοια στην καταστροφή έργων τέχνης. Οτιδήποτε αντιτίθεται στην προοδευτική ατζέντα κατονομάζεται ως ρητορική μίσους και βάλλεται από την κουλτούρα ακύρωσης μέσω μποϊκοτάζ αλλά και άλλων μέσων. Για κάθε καταστροφή έργων τέχνης και κάθε ματαιωμένη παράσταση (όπως αυτή του Χριστόφορου Ζαραλίκου) από πιέσεις της συντηρητικής ατζέντας υπάρχουν πολλά αντίστοιχα περιστατικά στην προοδευτική μεριά. Για όσους θεωρούμε τους εαυτούς μας προοδευτικούς, δεν νοείται να παραβλέπουμε τα όσα γίνονται και από τη δική μας όχθη.

Οπότε, είμαστε όλοι υποκριτές; Όχι. Αλλά καταλαβαίνουμε ότι η απολυτότητα ελάχιστες φορές είναι σωστή. Είναι εύκολο να υπερασπιζόμαστε την Τέχνη και την ελευθερία της όταν αυτά που καυτηριάζει δεν μας ενδιαφέρουνε ή ακόμα και οι ίδιοι τα μεμφόμαστε. Διαφέρει ριζικά όταν γίνεται το αντίθετο. Είμαστε κτητικοί και προστατεύουμε αυτά τα οποία πιστεύουμε. Είναι λίγοι αυτοί που πραγματικά υπερασπίζονται την ελευθερία της Τέχνης σε κάθε περίπτωση. Τέτοιοι άνθρωποι είτε είναι πραγματικά ενάρετοι είτε δεν πρεσβεύουν τίποτα.

Η λύση δεν βρίσκεται στη σίγαση της άλλης πλευράς. Δεν βρίσκεται στην καταστροφή του «αντιπάλου» και την διαπόμπευσή του. Η λύση – όσο τετριμμένο και κοινότοπο κι αν ακούγεται – βρίσκεται στο διάλογο. Γιατί ο διχασμός μας κάνει ευάλωτους σε χειραγώγηση από λαϊκιστές που κάνουν τα πάντα για να βγούνε μπροστά. Οι μεγάλοι νικητές της διαμάχης είναι ξεκάθαρα ο καλλιτέχνης και ο βουλευτής της Νίκης. Ο μεν σκόραρε πολιτικούς πόντους με την ομάδα ανθρώπων που τον εκλέγει, ο δε, κέρδισε μεγάλη διασημότητα τόσο για τον εαυτό του όσο και το έργο του. Έχασε, ωστόσο, ο ελληνικός λαός, ο οποίος για άλλη μια φορά βρήκε ένα θέμα στο οποίο να διαφωνήσει και να διχαστεί.

Συντάκτης

  • Ο Γιώργος Τερζόπουλος έφτιαξε το politiquill.gr για να μοιραστεί τα άρθρα και τις σκέψεις του με τον κόσμο. Ασχολείται με το πολιτικό μάρκετινγκ και την επικοινωνία.

    View all posts
Κοινοποιήστε:

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *