Στη σύγχρονη εποχή αρκετοί κωμικοί έρχονται σε ρήξη με την κουλτούρα ακύρωσης (cancel culture) κατά την οποία εάν κάποιο αστείο τους θεωρείται ότι υποτιμάει κάποια κοινωνική ομάδα, γίνεται προσπάθεια το έργο (αλλά και ο ίδιος ο καλλιτέχνης) να αποσυρθεί από τη δημόσια σφαίρα. Το φαινόμενο αυτό είναι μια μορφή εύκολου ακτιβισμού κατά τον οποίο ο όχλος μπορεί να δείξει το ηθικό του πλεονέκτημα καταστρέφοντας το έργο ενός κωμικού μέσω της κατακραυγής στο διαδίκτυο. Στη χώρα μας αυτό συνέβη με τον Μάρκο Σεφερλή ο οποίος κατακρίνεται για την πρόσφατη παράστασή του.
Σε αυτή την παράσταση, λοιπόν, ο κ. Σεφερλής διακωμωδεί το Νέμο, νικητή της τελευταίας Eurovision και άτομο non-binary*. Έτσι, αυτό θεωρήθηκε ρητορική μίσους κατά της κοινότητας non-binary και ο καλλιτέχνης κατακρίθηκε με σωρεία αντιδράσεων. Το ίδιο έχει συμβεί και σε άλλους κωμικούς όπως ο Ricky Gervais με τα αστεία του για τους υπέρβαρους αλλά και ο Dave Chappelle για τα τρανς άτομα. Έτσι, αστεία τα οποία αναφέρονται σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, οδηγούν τους κωμικούς που τα κάνουν να δέχονται αρκετή κριτική, ως και μποϊκοτάζ.
Η κριτική σε κάθε κομμάτι τέχνης είναι, βεβαίως, ευπρόσδεκτη και απαραίτητη. Όταν ένας καλλιτέχνης εκτίθεται περιμένει και την κρίση του κοινού, το οποίο έχει τον τελευταίο λόγο. Εδώ δεν γίνεται το ίδιο: δεν είναι αρκετή η αρνητική κριτική αλλά βλέπουμε προσπάθειες δολοφονίας χαρακτήρα εναντίων των κωμικών, στοχεύοντας στην απόσυρση των έργων τους ως αποτελέσματα ρητορικής μίσους. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν είναι ευπρόσδεκτο. Είναι άλλο να κρίνω αρνητικά ένα έργο και άλλο να προσπαθώ να το διαγράψω από προσώπου γης. Αυτό είναι λογοκρισία.
Εύλογα κάποιος θα πει, ότι όταν κινδυνεύει μια μειονοτική/ευάλωτη ομάδα, η λογοκρισία είναι απαραίτητη. Πρώτον, δεν κινδυνεύει καμία κοινωνική ομάδα από αστεία. Τα αστεία έχουν σκοπό να ψυχαγωγήσουν. Όταν έχουν πιο κακοπροαίρετα κίνητρα, συνήθως δεν έχουν και μεγάλη απήχηση. Αλλά ας πούμε, ότι τέτοια αστεία μπορούν εμμέσως να κάνουν κακό. Τότε τι κάνουμε; Έχουμε το δικαίωμα τότε να ζητάμε την απόσυρσή τους και να τα λογοκρίνουμε;
Η απάντηση είναι όχι. Πρώτον και κύριον, διότι η λογοκρισία δεν νοείται να υπάρχει εκεί που προστατεύεται το δικαίωμα στην έκφραση. Η λογοκρισία, ακόμα και αν αυτή γίνεται με τα αγαθότερα κριτήρια, δημιουργεί δεδικασμένα που οδηγούν στην κατάλυση της ελευθερίας της έκφρασης. Δεύτερον, κάθε προϊόν τέχνης έχει τη δυνατότητα να προσβάλλει. Η τέχνη πρέπει να προκαλεί το κοινό, και όταν το προκαλεί, ρισκάρει πάντοτε να το προσβάλλει. Έτσι, το άτομο μπορεί να αποφύγει το συγκεκριμένο προϊόν τέχνης εφόσον προσβάλλεται. Αν κάθε φορά που προσβαλλόμασταν από ένα έργο τέχνης επιδιώκαμε την απόσυρσή του, δεν θα είχε μείνει τίποτα.
Η λογοκρισία, λοιπόν, δεν είναι η λύση. Η λύση είναι η κριτική τόσο με την έκφραση της αλλά και την εφαρμογή της. Ο προσβεβλημένος μπορεί να κριτικάρει και να διαλέγει να αποκρυσταλλώνει την αποδοκιμασία του αυτή, μην υποστηρίζοντας οικονομικά το έργο. Δεν χρειάζεται να γίνουμε όλοι Σάσα Σταμάτη και να παρεμποδίζουμε τη φωνή κάποιου καλλιτέχνη, όσο και να μην αρεσκόμαστε στο έργο του. Στην τελική αν κάτι έχει σκοπό να προσβάλλει και όχι να διασκεδάσει θα το αποβάλλει η κοινωνία από μόνη της, χωρίς να κάνει τον καλλιτέχνη ήρωα που φιμώνεται.
Συνοπτικά, η λογοκρισία είναι επικίνδυνη ακόμα και όταν ξεκινά για να υπηρετήσει τους καλύτερους σκοπούς. Γιατί στο τέλος, ποιος είναι αυτός που αποφασίζει τι πρέπει να λογοκρίνεται και τι όχι; Σε όποιον κι αν θελήσουμε να δώσουμε τη δικαιοδοσία αυτή, κανείς δεν αποκλείει τη πιθανότητα τελικά να την καταχραστεί. Όσον αφορά τον Μάρκο Σεφερλή, δεν μου αρέσει η κωμωδία του. Αλλά ως δημοκράτης πολίτης χρωστάω σε αυτόν και το κοινό του την ελευθερία στην έκφραση και στην ψυχαγωγία. Γιατί μπορεί η ελευθερία του λόγου να διακινδυνεύει να προσβάλλει αλλά η ανελευθερία διασφαλίζει την αρχή του τέλους.
*: Τα άτομα non-binary είναι άτομα που αυτοπροσδιορίζονται χωρίς τη χρήση των φύλων Αρσενικό και Θηλυκό, θεωρώντας πως η έννοια του φύλου δεν είναι δυαδική αλλά ένα πρίσμα στο οποίο και οι ίδιοι τοποθετούνται.