Έχουν περάσει αρκετοί μήνες από τις τελευταίες εκλογές αλλά τα διδάγματα από αυτές παραμένουν επίκαιρα. Ένα από τα βασικότερα διδάγματα αφορά το πιο ντροπιαστικό στατιστικό από αυτά: την αποχή. Το ποσοστό της αποχής βρέθηκε στο 46%, ποσοστό υπερβολικά υψηλό αν και σύνηθες, πλέον. Φυσικά, το συχνό και το σύνηθες σπάνια ταυτίζονται με το ορθό, όπως και στην προκειμένη. Γι’ αυτό, γράφω το συγκεκριμένο κείμενο με σκοπό να πείσω όσους απέχουν από τις εκλογές, να αλλάξουν την στάση τους προς την πολιτική και να αντιληφθούν ποια πραγματικά είναι η δύναμη της ψήφου.

Για αρχή, χρήσιμο είναι να σκιαγραφηθεί το προφίλ του απέχοντος από τις εκλογές. Τρεις, λίγο πολύ, είναι οι κατηγορίες των ανθρώπων που δεν ψηφίζουν: Πρώτοι, οι άνθρωποι που τους είναι αδύνατο να ταξιδέψουν στον τόπο τον οποίο ψηφίζουν είτε επειδή κατοικούν μακριά από αυτόν είτε λόγω σωματικών προβλημάτων (μεγάλη ηλικία, αναπηρία κτλ.) οι οποίοι αμφότεροι εξαιρούνται από την ανάλυση μου. Δεύτεροι, οι άνθρωποι που αδιαφορούν για τις εκλογές, συμπεριφορά που αποδίδεται τόσο στην άγνοια για τα πολιτικά πράγματα όσο και την αδιαφορία γι’ αυτά λόγω περισπασμών και ατομιστικότητας. Τρίτοι είναι οι άνθρωποι που αν και ενδιαφέρονται για τα κοινά έχουν απογοητευτεί από το πολιτικό σύστημα και ως ένδειξη διαμαρτυρίας απέχουν από τις εκλογές. Εφόσον θέμα οπτικής είναι μόνο στις δύο τελευταίες κατηγορίες, ο στόχος γίνεται να μεταπείσουμε αυτές.

Το πρώτο επιχείρημα υπέρ της άσκησης του εκλογικού δικαιώματος είναι το γεγονός ότι ο απέχων δίνει τη δυνατότητα σε τρίτους (τους μη απέχοντες) να έχουν λόγο έναντι του ιδίου για το μέλλον του. Δηλαδή, ο απέχων εμπιστεύεται την τύχη του σε ξένα χέρια που σκοπός τους σίγουρα δεν είναι η προάσπιση των συμφερόντων του ίδιου αλλά των δικών τους. Πολλοί, αν και σκέφτονται το επιχείρημα αυτό και πάλι δεν ψηφίζουν με πρόφαση ότι «όλοι ίδιοι είναι, δεν έχει σημασία τι θα ψηφίσεις». Βέβαια, δεν είναι όλοι ίδιοι. Αν όλοι ήταν ίδιοι θα ισχυριζόταν κανείς ότι χιλιάδες υποψήφιοι έχουν παρόμοιες ιδιοσυγκρασίες και κοινούς σκοπούς, κάτι που θα ήταν αδύνατο σε ένα οποιοδήποτε δείγμα ακόμη και δέκα ατόμων. Η  άποψη ότι «όλοι ίδιοι είναι» αναφέρεται στην πεποίθηση ότι η πλειονότητα των πολιτικών θέλει να θησαυρίσει μέσω της πολιτικής χρησιμοποιώντας αθέμιτα την εξουσία που της δίνεται. Δεν είναι εύκολο να αντικρούσει κανείς αυτή την άποψη με τον τεράστιο αριθμό σκανδάλων και διαφθοράς στα οποία έχουν μετάσχει Έλληνες πολιτικοί. Αλλά με την αδιαφορία για τα κοινά και την ατιμωρησία των πολιτικών αυτών (τουλάχιστον σε επίπεδο εκλογών) δίνουμε χώρο σε ένα πολιτικό σύστημα πλήρης ασυδοσίας και ως εκ τούτου μεγαλύτερης διαφθοράς. Αν, δηλαδή, τα σκάνδαλα του παρελθόντος μας αηδιάζουν τόσο ώστε να μην ψηφίζουμε, μπορούμε μόνο να φανταστούμε πώς θα ήταν τα σκάνδαλα όταν εμείς οι ίδιοι τους δίνουμε άλλοθι να συνεχίσουν. Τέλος, ακόμη κι αν λίγο πολύ όλοι κρίνονται ακατάλληλοι, ας ακολουθήσουμε τη λαϊκή σοφία όπου «το μη χείρον βέλτιστο», τακτική η οποία δίνει μια βραχυπρόθεσμη ηρεμία και χρόνο για μακρόπνοη αλλαγή.

Επιπρόσθετα, η αποχή στις εκλογές για τον Έλληνα συνιστά μία από τις μεγαλύτερες πράξεις περιφρόνησης της ιστορίας του και των κόπων των προγόνων του. Η δημοκρατία αναπτύχθηκε πρώτη φορά στην αρχαία Ελλάδα, και αποτελεί, ίσως, την μεγαλύτερη κληρονομιά του έθνους μας μέχρι και σήμερα, όντας το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίστηκε ολόκληρος ο δυτικός πολιτισμός. Η δημοκρατία, όμως, βασίζεται στο λαό και τη συμμετοχή του στα κοινά, χάνοντας την ισχύ της όταν αυτός απέχει. Η αποχή στις εκλογές, επίσης, δείχνει περιφρόνηση και όσον αφορά την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας και τους αγώνες που έγιναν, όχι πολύ καιρό πριν, για την πτώση της χούντας και την επανάκτηση της δημοκρατίας από το φασιστικό καθεστώς. Με λίγα λόγια, λοιπόν, η ιστορία της Ελλάδας ήταν πάντα στενά συνυφασμένη με τη δημοκρατία και επειδή η δημοκρατία χωρίς συμμετοχή υπολειτουργεί, είναι πράξη απόντος σεβασμού προς τις θυσίες των προγόνων μας.

Καταληκτικά, είναι αλήθεια ότι ο μόνος τρόπος για να γίνει καλύτερος ο τόπος μας είναι να εργαστούμε όλοι από κοινού για να τον βελτιώσουμε, και η συμμετοχή στις εκλογές είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε προς αυτόν τον σκοπό. Καμιά αλλαγή δεν προέκυψε με την αδιαφορία όπως καμιά επανάσταση δεν κερδήθηκε με την αδράνεια. Ο αγώνας για τη δημοκρατία, συγκεκριμένα, δεν τελείωσε με την πτώση της χούντας, μάλλον τότε άρχισε, και στην Ελλάδα της κρίσης και της αποχής του 46% δείχνει σταδιακά χαμένος. Η μόνη σωτηρία από την επιστροφή σε τόσο σκοτεινούς καιρούς είναι η συμμετοχή στα κοινά και η συνέχιση της αέναης μάχης για την δημοκρατία. Η ψήφος είναι δύναμη, λοιπόν, αγαπητέ αναγνώστη, καιρός είναι να την εκμεταλλευτούμε.  

Κοινοποιήστε:

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *