Η τραγωδία των Τεμπών είναι η μεγαλύτερη τραγωδία που έχει βιώσει η Ελλάδα για πολλά χρόνια. Μια μετωπική σύγκρουση ενός εμπορικού τρένου και ενός επιβατικού, οδήγησε στον θάνατο 57 συνανθρώπων μας. Πέρα από την μεγάλη απώλεια σε ζωές, βεβαίως, η τραγωδία ήταν μοναδική στο γεγονός ότι ήταν απολύτως οφειλόμενη σε ανθρώπινο σχεδιασμό. Μπορεί κάποιος να αναφερθεί στο Μάτι, αλλά παρά τα ανθρώπινα λάθη που έγιναν, δεν έπαυε να είναι μια φυσική καταστροφή, γεγονός που μαρτυρά τον πόνο και την αδικία που όλοι νιώσαμε για τα Τέμπη.

Όταν όμως ένα τέτοιο γεγονός οφείλεται αποκλειστικά σε ανθρώπινο σχεδιασμό, το επόμενο λογικό βήμα είναι να βρεθούν και οι φταίχτες. Η αστυνομία συνέλαβε τον σταθμάρχη, ο οποίος δεν αντιλήφθηκε ότι τα δύο τρένα βρισκόταν στην ίδια γραμμή και άρα δεν έκανε τις απαιτούμενες κινήσεις για να τα εκτρέψει. Ωστόσο, για πολλούς από εμάς, ο σταθμάρχης δεν είναι ο μοναδικός φταίχτης. Ένα σύστημα το οποίο βασίζει τις ζωές πολλών ανθρώπων σε μια χούφτα σταθμαρχών δεν φαίνεται να είναι και το κατάλληλο, ειδικά στην εποχή του αυτοματισμού. Οπότε ευθύνες πρέπει, και πράγματι ψάχνουμε, υψηλότερα στην ιεραρχία, έως και την κυβέρνηση.

Η εξεταστική επιτροπή και η κυβέρνηση

Το πρώτο βήμα έγινε, με τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής της Βουλής, η οποία συνεδρίασε από την αρχή του 2024 μέχρι και τις τελευταίες μέρες του Φλεβάρη, που ολοκλήρωσε τις εργασίες της. Αλλά ποιος άκουσε για αυτή την εξεταστική επιτροπή στο σύγχρονο μιντιακό περιβάλλον; Λίγοι. Αυτό όχι λόγω αδιαφορίας αλλά για δύο βασικούς λόγους. Ο πρώτος είναι ότι η εξεταστική επιτροπή βιάστηκε να ολοκληρωθεί. Σύσσωμη η αντιπολίτευση ζητάει την συνέχιση της επιτροπής, διότι, μεταξύ άλλων, δεν χρησιμοποιήθηκε η δικογραφία της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας, δεν κλήθηκαν σημαντικοί μάρτυρες και δεν εισακούστηκε το αίτημα για διαβίβαση της κατάθεσης του πρώην υπουργού μεταφορών κ. Καραμανλή σε αρμόδια ανακριτική υπηρεσία για ψευδορκία (πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών). Τέτοιες πληροφορίες βέβαια δεν θα συνέφεραν μια εξεταστική επιτροπή προερχόμενη από την κυβέρνηση, οπότε και έκλεισε.

Αλλά ο βασικότερος λόγος που δεν ακούσαμε πολλά για την εξεταστική επιτροπή ήταν ότι η πολιτική σκηνή φέτος είναι υπερπλήρης. Γάμος ομόφυλων, απογευματινά χειρουργεία και ιδιωτικά ΑΕΙ, είναι τα βασικότερα  θέματα που απασχόλησαν την ελληνική κοινωνία, και για καλό λόγο. Αλλά γιατί συνέπεσαν τόσα θέματα μαζί; Είναι τυχαίο ή είναι συγκάλυψη; Τα φώτα φύγαν από τα Τέμπη και έπεσαν σε όλα αυτά. Αλλά όλα τους είναι θέματα που δημιούργησε η κυβέρνηση: τώρα θυμήθηκε τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα; Τα δύο «πιο δωρεάν» αγαθά στην Ελλάδα, η υγεία και η παιδεία, έπρεπε να πάψουν να είναι δωρεάν ταυτόχρονα με την περίοδο της εξεταστικής; Η περίπτωση σύμπτωσης φαίνεται να είναι απίθανη. Οπότε η κυβέρνηση για να προστατευθεί δημιούργησε τόσους αποπροσανατολισμούς ώστε το θέμα να ξεχαστεί.

Η ευθύνη του Τύπου

Ήταν μόνη της η κυβέρνηση σε αυτό το έργο; Είχε μαζί της και τα ΜΜΕ τα οποία συχνά κατηγορούνται ότι βοηθούν στη συγκάλυψη, από την εποχή της λίστας Πέτσα, γεγονός που έλαβε διεθνείς συνέπειες. Υπάρχει ωστόσο και μια άλλη οπτική, που εξηγεί λίγο πιο σφαιρικά τα πράγματα: τα Τέμπη δεν «πουλάνε». Τα ΜΜΕ θέλουν κοινό που να ενδιαφέρεται για όσα δημοσιεύουν. Να παίξουν για δέκατη μέρα τα Τέμπη δεν βοηθάει αυτόν τον σκοπό, μιας και ούτως ή άλλως θα παίζανε τα σημαντικά θέματα της επικαιρότητας. Ωστόσο, αντί να μάθουμε για την εξεταστική και τα άλλα θέματα της επικαιρότητας, φτάσαμε να ξέρουμε περισσότερα για τον Πάνο Βλάχο και την «υποκίνηση του σε βία», όπως και για ολόκληρη την οικογενειακή κατάσταση των παλαιοχριστιανών.

Και ρωτώ ευθέως: Λείπουν οι πραγματικοί δημοσιογράφοι ή οι θεατές είμαστε άξιοι της μοίρας μας; Φταίει η ηθική τους κατάπτωση ή η ανάγκη μας για κουτσομπολιό; Δεν δίνω απάντηση εδώ, γιατί δεν έχω. Πιθανολογώ ότι και στους δύο πέφτει ευθύνη. Το θέμα, τελικά, είναι ότι η εξεταστική των Τεμπών έχει τελειώσει και προς ανακούφιση πολλών, έχει μείνει στην αφάνεια.

Η τέχνη του αποπροσανατολισμού

Καταληκτικά, η προσοχή της κοινωνίας είναι μια τεράστια πολιτική δύναμη, και η κυβέρνηση την έστρεψε μακριά από τα Τέμπη. Με τη δημιουργία σημαντικών κοινωνικών θεμάτων κατάφερε να αλλάξει την πολιτική συζήτηση. Μαζί της (ηθελημένα ή άθελά τους) στάθηκαν τα ΜΜΕ, τα οποία περαιτέρω σίγασαν το θέμα. Αλλά εμείς δεν ξεχνάμε. Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε. Απέναντι σε αυτούς που δεν προσάπτουν καμία ποινική ευθύνη σε πολιτικά πρόσωπα, αλλά και σε αυτούς που συνεχίζουν να τα εκλέγουν, εμείς ζητάμε την αλήθεια, όχι για εκδίκηση αλλά για δικαίωση. Που αν και η δικαίωση δεν θα φέρει πίσω τα θύματα, ο αγώνας μας για αυτή ίσως να φέρει πίσω την ανθρωπιά μας.

Κοινοποιήστε:

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *