Πολλά άρθρα γράφτηκαν και θα γραφτούν για την ακροδεξιά και τα βρώμικα κόλπα της, μέσω των οποίων αυτή έχει ανέβει στο προσκήνιο. Ελάχιστα θα βρούμε όμως για τις ευθύνες του πολιτικού μας συστήματος που έχει επιτρέψει την άνοδό της.

Ένα σύστημα φταίχτης

Ο κόσμος συνήθως είναι πιο μετριοπαθής και προτιμάει την σταθερότητα των κομμάτων γύρω από το κέντρο. Ωθείται στα άκρα μόνο όταν νιώθει ότι δεν έχει άλλη επιλογή. Πολλοί συμπολίτες μας είναι αποκαρδιωμένοι και προδομένοι από το τωρινό πολιτικό οικοδόμημα, που έφερε τα μνημόνια στη χώρα μας και συντηρεί πολλές παθογένειες και διαφθορά. Οπότε, χάθηκε η εμπιστοσύνη του κόσμου προς το σύστημα. Ακόμα περισσότερο, αυτό το ανέμπιστο σύστημα, επιλέγει να αδιαφορεί για τους προβληματισμούς των ανθρώπων αυτών.

Γιατί, όμως, δεν εισακούγονται τα προβλήματα αυτών των ανθρώπων; Διότι εμείς οι προοδευτικοί συχνά προτιμάμε να τους κρίνουμε. Πολλοί συμπολίτες μας βλέπουν τον κόσμο γύρω τους να αλλάζει ριζικά και, συχνά, αντιδράνε με φόβο. Πολλές από τις σταθερές πλέον έχουν μεταβληθεί σε έναν εξίσου μεταβαλλόμενο κόσμο. Έτσι, όταν οι άνθρωποι στις ακριτικές περιοχές αντιδρούν στα μεταναστευτικά κύματα που αλλάζουν ριζικά το περιβάλλον στο οποίο ζούνε, εμείς τους λέμε ρατσιστές. Όταν βλέπουμε τον κλασικό θεσμό της πυρηνικής οικογένειας να μεταβάλλεται και κάποιοι επιμένουν στα παλιά, εμείς τους φωνάζουμε θρησκόληπτους και ομοφοβικούς. Όταν πολλοί βλέπουν τις προσωπικές τους ελευθερίες να καταλύονται υπέρ μιας υποχρεωτικής ιατρικής πράξης, εμείς τους λέμε ψεκασμένους. Σε κάθε αντίδραση τους σε μια κοινωνία που αλλάζει, εμείς τους κουνάμε το δάχτυλο και τους περιθωριοποιούμε. Είναι τόσο πια αδιανόητο ότι οι άνθρωποι αυτοί ωθούνται στα άκρα;

Σίγουρα η πρόοδος της κοινωνίας δεν μπορεί να σταματήσει, ούτε και πρέπει. Πάντα θα υπάρχει μερίδα του κόσμου που θα αντιδρά στην πρόοδο, χωρίς να οδηγείται σε ακραίες πολιτικές. Ωστόσο, η μερίδα που εκτοπίζεται προς τα άκρα μεγαλώνει ανησυχητικά. Αυτό γιατί η συμπεριληπτικότητα που υπηρετούμε, αποκλείει αρκετούς. Υπηρέτησα ως φαντάρος στον Έβρο και εκεί βίωσα την πραγματική περηφάνεια και αγάπη του κόσμου για τα σώματα ασφαλείας. Γιατί εκεί ξέρουν περισσότερο από όλους τι θα πει να ζεις σε μια ακριτική περιοχή. Όποτε εκεί ο στρατός είναι ένας θεσμός που προσφέρει την ασφάλεια και την ανακούφιση ότι κάποιος νοιάζεται για τα προβλήματά τους. Στα αστικά κέντρα την περηφάνεια για τον στρατό τη βαφτίζουμε απομεινάρι του παρελθόντος, και όσους τη νιώθουν τους φωνάζουμε εθνικιστές και χουντικούς. Ξεχνάμε βέβαια, να τους πούμε συμπολίτες μας. Ξεχνάμε να μοιραστούμε πρώτα τους προβληματισμούς και τους φόβους τους και προτρέχουμε να τους απομονώσουμε.

Η ακροδεξιά δεν μπορεί να απαρτίζεται μόνο από ακροδεξιούς όταν φτάνει σε τόσο ψηλά ποσοστά. Απαρτίζεται και από ανθρώπους που νιώθουν ότι ο σύγχρονος κόσμος και το σύγχρονο πολιτικό σύστημα δεν έχει χώρο γι’ αυτούς. Γι’ αυτό, από πλευράς μας, οι πολίτες, οφείλουμε να μιλήσουμε και να ακούσουμε τους ανθρώπους που φεύγουν προς τα άκρα. Η μεριά του πολιτικού συστήματος, βέβαια, πρέπει να κάνει ακόμα περισσότερες αλλαγές. Το πραγματικό ανάχωμα προς την ακροδεξιά κατά τη γνώμη μου μπορεί να είναι μόνο η κεντροαριστερά. Αλλά η κεντροαριστερά πρέπει να αλλάξει το πολιτικό προϊόν της. Με κάποιες αλλαγές η κεντροαριστερά πρέπει να σταθεί δίπλα σε όλους τους πολίτες και να τους φέρει πίσω στο δημοκρατικό τόξο. Κάτι που θα καταφέρει όχι με αλλαγές προσώπων αλλά αλλαγή στον τρόπο που επικοινωνεί τις αξίες της.

Μια νέα κεντροαριστερά ως αντίβαρο στο σκοτάδι

Ένα από τα βασικά κομμάτια που τα άκρα προσφέρουν στον κόσμο είναι η απενοχοποίηση του πατριωτισμού. Είναι αλήθεια ότι δεν βλέπουμε σοβαρά πατριωτικά μηνύματα από τις προοδευτικές δυνάμεις, σαν να είναι μια λέξη ταμπού. Ας θυμηθούμε ότι η αριστερά, όμως, δεν ήταν πάντα έτσι. Ο Ανδρέας Παπανδρέου έλεγε: «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» δείχνοντάς μας την πατριωτική αριστερά. Μια τέτοια στροφή, μπορεί να είναι ένα βήμα προς την προσέλκυση των ανθρώπων που ο πατριωτισμός τους βαπτίζεται από τις υπερβάλλοντα προοδευτικές δυνάμεις ως εθνικισμός, ξενοφοβία, ρατσισμός κτλ. χωρίς να είναι.

Ακόμη, χρειάζεται μια ηπιότερη προοδευτική ατζέντα. Εφόσον η χώρα μας είναι συντηρητική, οι πολύ φιλόδοξοι προοδευτικοί στόχοι θα πρέπει να περιμένουν. Ο λόγος είναι απλός: αν δεν γίνει σταδιακά, η κοινωνία θα παρουσιάσει μεγαλύτερη αντίσταση και για καλό λόγο. Η πρόοδος πετυχαίνει καλύτερα αν είναι αποδεκτή, όχι αν επιβάλλεται. Κάποιοι πιστεύουν όμως, ότι την αλλαγή συχνά πρέπει να την πιέσεις. Έτσι, κάπου εδώ προβάλλει η υφέρπουσα ερώτηση και ίσως ο βασικότερος λόγος που η ακροδεξιά είναι σε ακμή: θέλουμε οι προοδευτικές δυνάμεις να νικήσουμε την (άκρο-)δεξιά ή να μείνουμε πιστοί σε μια ατζέντα για την οποία ο κόσμος αποδεδειγμένα δεν ενδιαφέρεται; Το δίλλημα είναι απλό: είτε μεταβαλλόμαστε, είτε παραδίνουμε τη χώρα μας στον συντηρητισμό και στις ακραίες ιδεολογίες.

Τελικά, τα άκρα πάντα δείχνουν την ασχημότερη πλευρά της κοινωνίας. Αλλά είναι φτιαγμένα για να εκπροσωπούν μια ολιγοπληθή μειοψηφία. Όταν φτάνει, όμως, σε ποσοστά να μπορεί να γίνεται ρυθμιστής εκλογών, τότε έχουμε πρόβλημα. Αυτή τη στιγμή η ακροδεξιά και η άνοδος της οικοδομούνται πάνω σε ανθρώπους που δεν είναι ακροδεξιοί αλλά θέλουν να δείξουν την δυσαρέσκεια τους προς ένα σύστημα που όχι μόνο δεν τους υπηρετεί αλλά τους χλευάζει κιόλας. Για εμάς τους πολίτες η έκκληση είναι μία: οι ταμπέλες είναι ένα παιχνίδι διχασμού που δεν μας βοηθάει στο να βρούμε λύσεις. Μόνο με το να ακούσουμε τον συμπολίτη με τον οποίο διαφωνούμε μπορούμε να καταλάβουμε γιατί πιστεύει όσα πιστεύει. Για το πολιτικό σύστημα και ειδικά για την κεντροαριστερά, πρέπει να καταλάβουμε κάτι σημαντικότερο: ήρθε η ώρα για μια πιο πατριωτική ατζέντα που δεν θα απολέσει την προοδευτικότητα της αλλά θα την προσαρμόσει σε ένα μεγαλύτερο ακροατήριο.

Είναι απλό. Η ακροδεξιά δεν ήρθε εδώ για να μείνει, εκτός αν την αφήσουμε.

Κοινοποιήστε:

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *